- παραχαλκεύω
- παραχαλκεύω,A forge beside,
πυρί Aphth.Prog.8
(s.v.l.).
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
πυρί Aphth.Prog.8
(s.v.l.).Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
παραχαλκεύω — ΜΑ χαλκεύω, επεξεργάζομαι τον χαλκό δίπλα ή κοντά σε κάποιον … Dictionary of Greek